.....ποίηση είναι αυτή η επικοινωνία του ατομικού λόγου ύπαρξης με τους άλλους λόγους ύπαρξης, αυτούς των Αναγνωστών του.

«....Κατά την άποψή μου το ποίημα «τελειοποιείται» μόνο, όταν το παραλάβει ο Αναγνώστης και το κάνει δικό του...»


Δευτέρα 3 Σεπτεμβρίου 2018

ΑΜΑΝΕΣ

ΑΜΑΝΕΣ
“Να στε καλά κορίτσια, διασκεδάσαμε υπέροχα!” μας συνεχάρηκαν οι θαμώνες της μικρής παραλιακής ψαροταβέρνας. “Τα νιάτα δεν κρύβονται!”
“Ποιά νιάτα;”, σκέφτηκα. Η μικρότερη σαρανταπεντάρα και η μεγαλύτερη (η αφεντιά μου) πενηνταπεντάρα , δεν μας λες και νιάτα. 
Η μάζωξη έγινε στα ξαφνικά,  έτσι απλά  με ένα μειλ, που διαχέεται στις οθόνες του υπολογιστή, όταν το πρωί ανάμεσα στα βαρετά e-mails σου`ρχεται αναπάντεχα ένα spam του είδους: “ Θα βρεθούμε όλες οι παλιές συναδέλφισσες τότε, στις τάδε ώρα , στου τάδε”.
Ε! δεν θέλει και πολύ να φτιάξεις καλή διάθεση! Λίγο η ανάγκη να βάλεις στην μπάντα τα προβλήματα της καθημερινότητας και της δουλειάς, λίγο η αλλαγή υπηρεσίας της Ρένας, λίγο η ενδουπηρεσιακή μεταβολή της Πέπης και λίγο το γεγονός της μεταξύ μας αποξένωσης, ένα τσαφ! θέλει για να ανάψει το κέφι. Η αλήθεια είναι, ότι στο παρελθόν το κέφι έφτιαχνε πιο εύκολα, μα με καλή παρέα όλα ξεχνιούνται, παρά τις εμβόλιμες ( ως παράσιτα ) κουβέντες για τα ενδουπηρεσικά προβλήματα.

Η μουσική αποθεωτική και οι θαμώνες ταλαντούχοι, τόσο ο κύριος που αυθόρμητα πήρε το μικρόφωνο όσο και  οι παρευρισκόμενες “χορεύτριες”. Ο  μπουζουκστής κι ο κιθαρίστας , που συνόδευαν την φιέστα επίσης υπέροχοι καθώς κι η τραγουδίστρια του μαγαζιού.

“Θα παίξετε ένα αμανέ;” ζήτησε παραγγελιά η Ρένα και με το ξεσηκωτικό της τσιφτετέλι έδωσε τον σπινθήρα και φούντωσε το κέφι στην ταβέρνα. Τι να τραβάνε βίντεο οι θαμώνες, τι οι περαστικοί να κοντοστέκονται και να φωτογραφίζουν, τι να ξεσηκώνονται κι οι υπολοιποι να χορέψουν, πόση ανάγκη το`χουμε τελικά το ξεφάντωμα, αυτό το “να το ρίξουμε έξω βρε αδερφέ και να καούν τα κάρβουνα!”. 

Αυτόν τον είδα από την πρώτη στιγμή. Μου φάνηκε γνωστός, μα ήταν εμφανώς αδυνατισμένος και δίπλα του μια γυναίκα ,  που επίσης μου φάνηκε γνωστή και πολύ γερασμένη , παρά την ομορφια που κρύβονταν κάτω από τις ρυτίδες. 
Παρατηρούσε τη Ρένα φεγαλέα και μετά έπαιρνε το βλέμμα του, λες με αποστροφή . Στην αρχή νόμισα , πως φοβόταν την επίκριση της γυναίκας του. “Μπα! ”σκέφτηκα, “μάλλον τον εαυτό του θα φοβάται περισσότερο”.
Μετά θυμήθηκα....Με έναν αμανέ ξεκίνησαν όλα. 

Τί κορμί θαυμάσιο και πώς λικνιζόταν σαν φίδι , η γυναίκα του σε κάθε ευκαιρία! Μέχρι στα τραπέζια ανέβαινε κι όλοι να την θαυμάζουν και να την χειροκροτούν. Το πώς χόρευε το τσιφτετέλι ήταν αξιοπρόσεκτο, γιατί όλοι καταλαβαίναμε πως το νιωθε, πως έβγαινε έμφυτο από μέσα της ,σα μια ανάγκη εκτόνωσης ή και δημιουργίας μιας σαγηνευτικής ατμόσφαιρας φευγαλέας, όσο διαρκεί ένα τσιφτετέλι .
Δεν θυμάμαι αν ήταν το ποτό ή κάποιο λάγνο βλέμμα δικό της ή ενός θαμώνα, πάντως στο τελευταίο πανηγύρι που παρευρεθήκαμε μαζί “την γιορτή σταφυλιού” έγινε το κακό, με αφορμή ένα ακόμη τσιφτετέλι της. 
Αυτός ήθελε να είναι ο μοναδικός , που θα θαύμαζε την γυναίκα του, μα η ομορφιά κι η χάρη δεν περιορίζονται. Πήγε βιαστικά κι έφερε την καραμπίνα από το σπίτι. Τον πυροβόλησε εν ψυχρώ...Ευτυχώς ο παθών δεν κατέληξε κι έτσι ο δράστης καταδικάστηκε σε δώδεκα χρόνια κάθειρξη για την απόπειρα ανθρωποκτονίας από πρόθεση και οπλοχρησία. Εξέτισε ποινή στην αγροτική φυλακή της Κασσάνδρας και έτσι βγήκε στην εξαετία. 

Κι ενώ η Ρένα λικνιζόταν με τέτοια χάρη και έμπνευση υπό τους ήχους της ορχήστρας , η ατυχής γυναίκα  του δράστη κουνούσε τα πόδια της κάτω από το τραπέζι  και ο κορμός της άγαλμα. Απόφαγαν και με βιαστικές κινήσεις ζήτησαν τον λογαριασμό.

Η Ρένα συνέχισε να λικνίζεται με χάρη , παντελώς ελεύθερη κι απαλλαγμένη από αγκυλωτικά ή κτητικά βλέμματα. Εξάλλου το `χει ως στάση ζωής.
Να σαι καλά Ρένα μου , να ξαναβρεθούμε!







Πέμπτη 2 Αυγούστου 2018

ΑΛΛΟ ΚΑΚΟ ΝΑ ΜΗ ΜΑΣ ΒΡΕΙ....




Είτε περιμένοντας το πλοίο της γραμμής , (είτε το πυροσβεστικό όχημα που δεν ήρθε....) η Ζωή εξακολουθεί να συνεχίζεται με μπάνια στις ακρογιαλιες, τσιπουράκια πάνω στο κύμα και ανάμεσα στις χαλαρές κουβέντες ένας αναστοχασμός στα γεγονότα που μας σημάδεψαν τον Ιούλιο.

Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου έχουμε απώλειες να μετρούμε ως Έλληνες ,σχεδόν κάθε μήνας του χρόνου είναι “στιγματισμένος”:
Δεκέμβριος 1966 το οχηματαγωγό “Ηράκλειο” βυθίστηκε στην Φαλκονέρα με 217 νεκρούς, Φεβρουάριος 1981 σεισμός Αλκυονίδες 20 νεκροί, Απρίλιος σεισμός Βόλου 1955 41 νεκροί και δυστήχημα στα Τέμπη με 22 νεκρούς μαθητές, Ιούνιος 1978 σεισμός Θεσσαλονίκης 49 νεκροί-220 τραυματίες και χιλιάδες άστεγοι και σεισμός Αιγίου με 20 νεκρούς , Ιούλιος (ο απελθών) με άγνωστο ακόμη τον αριθμό των νεκρών, Αύγουστος 1953 σεισμός Κεφαλονιάς 871 νεκροί, 1.690 τραυματίες και 145.052 άστεγοι , 7 Σεπτεμβρίου σεισμός Πάρνηθας 143 νεκροί - 700 τραυματίες και σεισμός Καλαμάτας 1986 με 22 νεκρούς -300 τραυματίες, και ναυάγιο Εξπρες Σάμινα με 81 νεκρούς, Οκτώβριος πλημμύρες Αττικής 20 νεκροί, 17 Νοέμβρη 23 νεκροί από τα γνωστά γεγονότα της τρομοκρατίας-δικτατορίας και από πλημμύρα στο Αιγάλεω με 37 νεκρούς.

Σ` αυτή την μακάβρια καταγραφή, ας προσθέσουμε τον μακρύ κατάλογο των προσφύγων που εχασαν την ζωή τους στη θάλασσα: Νεκροί πάνω από 11.000 πρόσφυγες και μετανάστες στην Μεσόγειο από το 2013. Θα μου πεις ,”αυτοί” δεν “ανήκουν” στους “δικούς μας” νεκρούς.

Από τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι οι απώλειες από φυσικές καταστροφές είναι πολύ πιο μικρές τουλάχιστον στην χώρα μας (η οποία έχει θωρακιστεί και επαρκώς έναντι σεισμού , εξ όσων γνωρίζω και λόγω “επαγγελματικής διαστροφής”) από τις απώλειες που οφείλονται σε ανθρώπινο λάθος ή αναλγησία (διότι συχνά τα δυστηχήματα στην θαλασσα και τον αέρα οφείλονται και σε ελλειπή μέτρα συντήρησης το γνωστό “αξιόπλοο”).

‘Ομως προσέξτε λίγο την τελευταία καταγραφή: 11.000 νεκροί πρόσφυγες στην Μεσόγειο σε διάστημα περίπου 5 ετών, που σημαίνει 2.500 περίπου ετησίως.
Μετανάστης ή πρόσφυγας εν δυνάμει κάποτε μπορεί όλοι μας να γίνουμε.
Ενδέχεται να μας διώξει η πατρίδα, ο πόλεμος , η κακιά μας τύχη, μπορεί να γίνει από επιλογή μας, από ανάγκη, από φυσικές καταστροφές και θεομηνίες.
Μετανάστες μπορεί να λογιζόμαστε στις χώρες υποδοχής μας , ακόμη κι αν ζήσουμε σ` αυτές για το υπόλοιπο της ζωής μας.
Πολίτες του κόσμου είμαστε όλοι εν τέλει , ενός άνισα κι άδικα κατανεμημένου κόσμου τόσο χωρικά , εδαφικά όσο και οικονομικά ,πληθυσμιακά, πολιτιστικά ή ό, τι άλλο , που μέσα από απρόβλεπτες κι ανεξέλεγκτες καταστάσεις μπορεί να έρθουμε αντιμέτωποι με το ενδεχόμενο ακόμη και να λιμοκτονούμε.

Φοβάμαι ότι κάποτε όλοι μας θα βρεθούμε μπροστά στο κορυφαίο ερώτημα: όχι πόσες μετάνοιες ή πόσες προσευχές κάναμε, ή πόσα κομποσχοίνια μετρήσαμε, μα αν δώσαμε νερό στο διψασμένο, φαγητό στο πεινασμένο, φάρμακο στον άρρωστο , στέγη στο πληγέντα και υποδοχή στο μετανάστη.

Παρασκευή 6 Ιουλίου 2018





Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΑΚΑΔΗΜΙΑ, οι εκδόσεις "ΝΕΑ ΔΙΑΣΤΑΣΗ" και ο Δημήτρης Ιατρόπουλος παρουσιάζουν την "Σύγχρονη Ανθολογία της Νέας Ελληνικής Ποίησης".
136 Νέες και Νέοι Ελληνίδες και Έλληνες Ποιητές συμμετέχουν στο πρώτο σημαντικό έργο της Ποιητικής Ακαδημίας για την ανάδειξη της Ελληνικής Ποίησης, μέσα από την ιχνηλάτηση του σύγχρονου Ελληνικού ποιητικού δρώμενου.

Στην εν λόγω έκδοση περιέχονται τα ποιήματά μου "ΓΡΑΜΜΕΣ ΑΥΘΟΡΜΗΤΗΣ ΕΠΙΥΜΙΑΣ" & " ΜΠΟΤΟΞ ΣΤΟ ΦΡΥΔΙ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ" 

Τετάρτη 20 Ιουνίου 2018

Πλατεία Αριστοτέλους από web camera


Πλατεία Αριστοτέλους από web camera









Βγήκε φορώντας τις παντόφλες του μπάνιου
(κάτασπρες με φιόγκο φροτέ),
η Αλίκη στη χώρα των Λωτοφάγων
-οι λωτοί πωλούνται και με το τεμάχιο
στα σύγχρονα “εδώδιμα -αποικιακά”.
Κατάμεστο το Today με πρόσοψη στην Πλατεία,
οι υπερήλικοι εχουν πιάσει από νωρίς “στασίδι”,
με την κορεάτικη σημαία μπροστάρισσα η ξεναγός
ένα τσούρμο τουριστών σαλαγάει .
Άλλοι κατευθύνονται στα vegan της Άθωνος,
άλλοι στο ουζερί της “Αννας-να-ένα-μήλο”.
Οι δεκαοχτούρες μαλώνουν με τα περιστέρια
για το μερτικό τους από την τυρόπιττα,
μα αυτή μόνο ψυχία έχει πια να δώσει.
Άλλοι αυτοφωτογραφίζονται προεκτείνοντας
τα σελφονόνταρα,
στο βάθος η θάλασσα με τα εμπορικά.
Μαντήλες, άσπροι χιτώνες , ο ζωγράφος
πλαι στο ΙΚΑ ζωγραφίζει μπαλαρίνες,
η παλέτα των χρωμάτων του κόσμου
υπό την σκια της στοάς στην Αριστοτέλους.
Η Αλίκη , ούτε που νιάζεται πια
πως φοράει ακόμη τις παντόφλες με τον φιόγκο.






Δευτέρα 18 Ιουνίου 2018

ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΣΥΓΓΕΝΕΙΕΣ




Ποιητικές συγγένειες
Αφορμή για το παρόν άρθρο στάθηκε η πρόσφατη έκδοση της Σύγχρονης Ανθολογίας της Νέας Ελληνικής Ποίησης από τις εκδόσεις Νέας Διαστασης , υπό την αιγίδα του ποιητή Δ.Ιατρόπουλου.

Στο πρόλογο της Ανθολογίας επισημαίνεται, ότι η επιλογή των ποιημάτων της συγκεκριμένης έκδοσης έγινε με γνώμονα την αμεσότητα του εκπεμπόμενου μηνύματος και τη γλωσσική επάρκεια, στοιχειοθετημένα από εσωτερικό ρυθμό, ωστε να αποτελούν “πραγματική ποίηση”.

Για να είμαι ειλικρινής ποτέ δεν δήλωσα στον περίγυρό μου “πραγματική ποιήτρια”. Θυμάμαι και γελώ με την καρδιά μου, όταν κάποτε συμμετείχα σε μια ποιητική ομάδα, που εκ συστήματος παρήγαγε κάθε χρόνο κι από ένα “Ανθολόγιο” , η δημιουργός της ομάδας είχε τυπώσει επισκεπτήρια (κάρτες) με τα τηλέφωνά της και δήλωνε “ποιήτρια”. Μάλιστα για κάθε ανθολόγιο που “εξέδιδε” είχε ως προσωπικό της κέρδος μια δωρεάν έκδοση και προβολή.

Εν πάσει περιπτώσει δεν θεωρώ, ότι ισχύει κάτι τέτοιο για το συγκεκριμένο Ανθολόγιο του ποιητή Ιατρόπουλου, όπου περιλαμβάνονται τα ποιήματα μου “Γραμμές αυθόρμητης επιθυμίας” και “Μπότοξ στο φρύδι του Κόσμου” μεταξύ των ποιημάτων άλλων 129 ποιητών. Ίσα-ίσα , που φαίνεται να έχει καταβληθεί μεγάλη προσπάθεια από τους συντελεστές του Ανθολογίου και προσωπικά από τον κ.Ιατρόπουλο για την συγκέντρωση, την αξιολόγηση, το στήσιμο του βιβλίου ακόμη και την διανομή του!

Αρκετά επιμελημένη η έκδοση , συνέπεσε να μου παραδοθεί την μέρα που τιμήθηκε συνολικά για το ποιητικό της έργο η αγαπημένη μου ποιήτρια Φανή Αθανασιάδου. Έτσι το βραδάκι που γύρισα από την εκδήλωση κι ενώ ήμουν πολύ συγκινημένη από την συνολική παρουσία της Φανής, καταπιάστηκα να εμβαθύνω πρώτα στα βιβλία της Φανής “ Δελτίο καιρού” και “Άστεγη Αγάπη” , για την ποιήση της οποίας Φανής νοιώθω πως είναι συχνά πολύ συγγενική μου, τόσο ως προς τους συμβολισμούς που επιλέγονται όσο και ως προς τον τρόπο που “βιώνεται” συνολικά η ποίηση.

Κατόπιν λέω ας ξεφυλλίσω το βιβλίο της Ανθολογίας....και το ξενύχτησα σχεδόν μέχρι το πρωί, τσακίζοντας διακριτικά τις σελίδες του βιβλίου στην πάνω δεξια γωνίτσα τους, γιατί κάποια ποιήματα μου φάνηκαν “συγγενικά” μου.

Θέλω να πω ότι με κάποιους ποιητές νιώθω να με δένει ένα αόρατο νήμα, μια συνάφεια μεταξύ μας κι έτσι ξεχώρισα αρκετούς που δεν τους γνώριζα. Δεν πρόκειται ούτε για θεματική συνάφεια , ούτε για συνάφεια ύφους. Αφορά πιο πολύ τους συμβολισμούς, τα μονοπάτια που βαδίζουμε δια του Λόγου, όταν πραγματοποιούμε την αυτοσυνείδησή μας και τον προορισμό μας στο σπίτι , που μας νοίκιασε η Ποίηση και που κάθε φορά ανοίγουμε ένα δωμάτιό της ερμητικά κλειστό χρησιμοποιώντας ως δια-μεσο-λάβηση τη γλώσσα και τους συνειρμούς σαν φορείς του εκπεμπόμενου μηνύματος.

Ο άλλος αγαπητός Δημήτρης Γκόγκας ,που τόσο πολύ αγάπησε τους ποιητές -έχει συλλέξει τις γνώμες 89 ποιητών για την ποίηση.

http://dimitriosgogas.blogspot.gr/2017/10/89.html

Τα συμπεράσματα δικά σας.

ΓΙΑΤΙ ΓΡΑΦΩ ΑΡΑΓΕ





ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΥΣ ΥΠΕΡΟΧΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΕΣ.
ΓΙΑΤΙ ΓΡΑΦΩ ΑΡΑΓΕ;
Εδώ και χρόνια αναρωτιέμαι γιατί γράφω άραγε, υπάρχει ποτέ ένα γιατί;
Νομίζω ότι τα λόγια από μόνα τους βγαίνουν στο χαρτί, σα να `ναι εγκλωβισμένα και να ζητούν μια διέξοδο διαφυγής κι εγώ είμαι μόνο το μέσο, το χέρι που κρατά το κονδυλοφόρο να γράψει στο χαρτί ή στο πληκτρολόγιο του υπολογιστή.
Τότε τι φυλακίζει τα λόγια;
Είναι το ανεκπλήρωτο του καθένα, τελείως διαφορετικό για το κάθε άνθρωπο, που ματαιωμένο καθώς τού πισωγυρίζει , δεν αντέχει να μένει μέσα του αβίωτο και να θαφτεί. Θέλει να προτείνει κάτι καλύτερο, ένα διαφορετικό τρόπο να συμβαίνουν τα πράγματα . Κι επειδή σήμερα-αλλά κι από πάντα- οι γλώσσες και οι λέξεις τους είναι τόσες πολλές μα και τόσο λίγες ταυτόχρονα για να περιγράψουν το μέσα μας , εκεί στο βαθύ μας εαυτό υπάρχουν τα θραύσματα της «ενιαίας επικοινωνιακής γλώσσας » όλων των ανθρώπων.
Όλο αυτό μου θύμισε τη κομμένη γλώσσα των ντόπιων πληθυσμών μας -εδώ στη Βόρεια Ελλάδα - που για χάρη πολιτικών σκοπιμοτήτων της δεκαετίας του 1930, γενιές ανθρώπων ποτίστηκαν με ρετσινόλαδο, φυλακίστηκαν και διώχθηκαν , ώστε να μη μιλούν τη ντοπιολαλιά τους. Τι νανουρίσματα μπορούσαν άραγε εκείνες οι μάνες να τραγουδήσουν και σε ποια γλώσσα; Τι παραμύθια μπορούσαν να διηγηθούν στα παιδιά τους και σε ποια γλώσσα; Ποια τραγούδια στο γάμο , ποια στο θάνατο και σε ποια γλώσσα;
Απόγονος εκείνης της γενιάς έχω μέσα μου ακόμη τα θραύσματα της γλώσσας που δε ειπώθηκε, που δεν εκφράστηκε , γιατί το κρατητήριο και το ρετσινόλαδο δεν κατάφεραν να πάψουν την μουγκή , τη κομμένη γλώσσα να ζητά πάντα να εκφραστεί.
Αλλά κι όλοι εκείνοι , που δε στερήθηκαν την ελευθερία της έκφρασης, τι πράγμα αναζητούν μέσα από το παιχνίδισμα του λόγου
που παίρνει εικόνες, ήχους , χρώματα, μυρωδιές αναπολήσεις, μνήμες , επιθυμίες, ιδανικά και όνειρα τα ζυμώνει με λέξεις και τα προτείνει στο έξω κόσμο να τα μαντέψει, να τα αποκρυπτογραφήσει
Ο ποιητής ενεργεί σαν ένα παιδί που παίζει. Δημιουργεί ένα δικό του φανταστικό κόσμο , που τον παίρνει στα σοβαρά, τον εφοδιάζει με άπειρη ψυχική ενέργεια και τον ξεχωρίζει καθαρά από την πραγματικότητα. Αυτό τον κόσμο τον βιώνει σα να είναι, και του προκαλεί την ίδια ευχαρίστηση , που του προκαλούσε το παιχνίδι των παιδικών του χρόνων , όταν τον απελευθέρωνε από τη βαριά πραγματικότητα των ενηλίκων. Η ποίηση δηλ. για το ποιητή είναι ένας μεταβατικός χώρος, που αν ήταν πραγματικός δεν θα προκαλούσε τόση ευχαρίστηση, γιατί οι συγκινήσεις και τα συναισθήματά του δεν θα έβρισκαν πεδίο έκφρασης.
Όμως το θέμα για τον ποιητή ή για τον καλλιτέχνη γενικότερα δεν τελειώνει μόνο στο να εκφράσει. Δεν του αρκεί . Δίνει μια επιταγή επικοινωνίας σε κάθε παραλήπτη και περιμένει εκείνη την άγια στιγμή, την άγια ώρα που ο Άλλος θα μπορεί να επι-κοινωνήσει μέσα από τα δικά του λόγια , τα δικά του συναισθήματα . Να συγ-κοινωνήσει το δικό του λόγο ύπαρξης, δείχνοντας μια άνευ όρων πίστη στην επικοινωνία μέσω της γλώσσας.
Γιατί μας νοιάζει τόσο πολύ ο Άλλος εν τέλει; Γιατί είναι ο καθρέφτης μας , είναι η αντανάκλαση του κόσμου μας κι όσο πιο διαφορετικές ερμηνείες πάρουν οι λέξεις μας τόσο πιο πλούσιος θα μας πισωγυρίσει ο κόσμος.
Αυτή είναι η πρόταση λοιπόν του ποιητή , του καλλιτέχνη : δίνει το χέρι και απλώνει γέφυρες επικοινωνίας, για να διαβούμε απέναντι, να σπάσουμε τα φράγματα της μοναχικότητας του εδώ και τώρα και μέσα από τη μοναδική ερμηνεία του κάθε Άλλου στα λόγια μας, να αντιληφθούμε τον κόσμο με μεγαλύτερη ευρύτητα, με μεγαλύτερη ευρυχωρία.
«Με την αξία του και όμως ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος σ` αυτή τη γη» αναφέρει ο Χαίντερλιν και θα συμπληρώσω ότι ο τελευταίος ποιητής στο πλανήτη γη θα πάψει να υπάρχει, όταν θα πάψει να υπάρχει και ο τελευταίος άνθρωπος.

ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ΜΑΡΤΙΟΣ




Κάθε χρόνο διοργανώνεται στο πολιτιστικό κέντρο Τριλόφου ( «πέτρινο» παλιό Δημοτικό Σχολείο) η καθιερωμένη εκδήλωση-αφιέρωμα στην Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης. Η πρόσκληση συνήθως είναι ανοιχτή προς όλους τους κατοίκους , να παραβρεθεί όποιος το επιθυμεί και να διαβάσει ένα αγαπημένο του ποίημα. Στην εισαγωγή γίνεται ένα μικρό αφιέρωμα στον συγγραφέα ή τον ποιητή, για τον οποίο το Υπουργείο Πολιτισμού έχει αφιερώσει το «έτος» του. Η μικρή αυτή εκδήλωση, που τιμά την ποίηση και τους ποιητές , έχει κατά την διάρκειά της εξελιχθεί σε πολύ ενδιαφέρουσα, ώστε στο τέλος οι περισσότεροι παρευρισκόμενοι να φεύγουν με ενθουσιασμό , άλλοτε για την οργάνωσή της κι άλλοτε για το περιεχόμενό της. Συχνά μόνο και μόνο η πολυφωνία της επιλογής των ποιημάτων από τους συμμετέχοντες αρκεί για να αναδείξει την εκδήλωση, σε μία από σημαντικότερες εκδηλώσεις του χωριού.
Δεν ξέρω γιατί , μα κάθε χρόνο έχω αμφιθυμία, για την συμμετοχή μου στην εκδήλωση. Συχνά στο βήμα της εμφανίζονται άνθρωποι , που δεν κάνουν οικονομία χρόνου, η οποία είναι απαραίτητη , ώστε ν` ακουστούν όσο το δυνατόν περισσότερα ποιήματα και βρίσκουν την ευκαιρία να αυτοπροβάλλονται, εκμεταλλευόμενοι την ανοχή των θεατών.
Μερικές φορές υπάρχουν κι ευτράπελα, δεν βρίσκουμε τα γυαλιά της πρεσβυωπίας, χάνουμε τις σειρές , σβήνουμε κατά λάθος τα φώτα, κάνουν παράσιτα τα μικρόφωνα ή αυτά που διαβάζουμε κάνουν μερικούς να δυσανασχετούν, είτε γιατί δεν είναι πολύ της αρεσκείας τους, είτε είναι πολύ «προχώ», είτε παρα-είναι «δημοκρατικά», είτε επιθυμούν να αυτολογοκριθούμε οι συμμετέχοντες. Κατόπιν στα «πηγαδάκια», μετά το πέρας της εκδήλωσης, μού έχει τύχει μέχρι και …Σκοπιανή να με αποκαλέσουν , γιατί προφανώς παρερμήνευσαν το παρακάτω:
….. «Κι επειδή σήμερα-αλλά κι από πάντα- οι γλώσσες και οι λέξεις τους είναι τόσες πολλές μα και τόσο λίγες ταυτόχρονα για να περιγράψουν το μέσα μας , εκεί στο βαθύ μας εαυτό υπάρχουν τα θραύσματα της «ενιαίας επικοινωνιακής γλώσσας » όλων των ανθρώπων.
Όλο αυτό μου θύμισε τη κομμένη γλώσσα των ντόπιων πληθυσμών μας -εδώ στη Βόρεια Ελλάδα - που για χάρη πολιτικών σκοπιμοτήτων της δεκαετίας του 1930, γενιές ανθρώπων ποτίστηκαν με ρετσινόλαδο, φυλακίστηκαν και διώχθηκαν , ώστε να μη μιλούν τη ντοπιολαλιά τους. Τι νανουρίσματα μπορούσαν άραγε εκείνες οι μάνες να τραγουδήσουν και σε ποια γλώσσα; Τι παραμύθια μπορούσαν να διηγηθούν στα παιδιά τους και σε ποια γλώσσα; Ποια τραγούδια στο γάμο , ποια στο θάνατο και σε ποια γλώσσα;…»
Έτσι και φέτος ξεκίνησα να πάω με αμφιθυμία για την εκδήλωση, η οποία έγινε «προεόρτια» δηλ το Σάββατο στις 18/3. Δεν είχα κάνει καμία απολύτως προετοιμασία και την τελευταία στιγμή αντέγραψα σ` ένα χαρτί δύο δικά μου ποιήματα κι είπα μέσα μου «οφείλεις να πας για την ποίηση».
Με εξέπληξε που είδα στους θεατές τον Δημήτρη Βάγια, έγκριτο ηθοποιό , σκηνοθέτη και καθηγητή στην σχολή Καλώς Τεχνών του Α.Π.Θ. Ήταν προσκαλεσμένος κάποιας συμμετέχουσας.
Μετά την κλασσική εισαγωγή για το έτος Καζαντζάκη 2017, πρώτη απήγγειλε η φιλόλογος Μαρία Δ., η οποία κάθε χρονιά επιλέγει πολύ ωραία ποιήματα και για φέτος επέλεξε Αναγνωστάκη.
Αμέσως μετά ήρθε η σειρά μου ν` απαγγείλω .
Εγώ πάλι επιλέγω μόνο δικά μου ποιήματα ή κείμενα, γιατί θεωρώ πώς αν θέλω να λέω ότι «υπηρετώ» έστω και για λίγο την ποίηση, τότε χρειάζεται να συγ-κοινωνήσω το δικό μου λόγο ύπαρξης (που εκφράζεται με την άνευ όρων πίστη μου στην επικοινωνία μέσω της γλώσσας) με τους Άλλους, που θα γίνουν οι παραλήπτες του και μέσα από τους δικούς τους λόγους ύπαρξης θα ερμηνεύσουν τα λόγια μου.
Φέτος επέλεξα τα ποίηματα «ΠΛΥΝΤΗΡΙΟ ΡΟΥΧΩΝ» και «ΡΟΗ», γιατί τα θεωρώ κι αρκετά επίκαιρα.
Μετά όμως από το ποίημα του Αναγνωστάκη κι ανεβαίνοντας στο pontium αισθάνθηκα διστακτική….. Το κοινό όμως μου `δωσε κάτι φτερά με το έντονο χειροκρότημα μόλις τελείωσα….. Κι ο Βάγιας μου σφιξε το χέρι με ενθουσιασμό , έμεινε μέχρι το τέλος της εκδήλωσης και με αποχαιρέτησε λέγοντας , ότι είναι ενθουσιασμένος, γιατί εκφράζω την «μελλοντική ποίηση, την….. μετά από πολλά χρόνια».
Σας ευχαριστώ όλους τους παρευρισκόμενους, γιατί με συγκινήσατε βαθιά. Για τα καλά λόγια, μα κυρίως για το μοίρασμα…Και του χρόνου!

Η ΗΣΥΧΗ ΠΑΡΑΛΙΑ







Η ΗΣΥΧΗ ΠΑΡΑΛΙΑ

Η φιλία τους κρατούσε επί τριανταοκτώ χρόνια. Η μια στην ξενιτιά του παγωμένου βορρά και η άλλη εδώ, εντός των τειχών. Κάθε χρόνο συνήθως τον Αύγουστο αφιέρωναν ένα τριήμερο στην ανανέωση της φιλίας τους. Μερικές φορές λόγω των οικογενειακών τους υποχρεώσεων, οι “δικές τους μέρες” ήταν λιγότερες, μα και έτσι συμπυκνωμένος ο χρόνος αρκούσε , για να ανοίξουν την ψυχή τους η μια στην άλλη και να μοιραστούν τα νέα ενός ολάκερου χρόνου.
-Πάμε στην “ήσυχη παραλία” συμφώνησαν κι οι δυο τους. Οι παραλίες τον Αύγουστο σφύζουν από κόσμο και η συγκεκριμένη μόνο τις πρωινές ώρες έχει ησυχία. Μερικοί ηλικιωμένοι ή μεσήλικα ζευγάρια και σε απόσταση σημαντική η μια ομπρέλα από την άλλη εξασφαλίζουν ας πούμε λίγη ιδιωτικότητα.
Αυτός κι η γυναίκα του καθόταν σε ξαπλώστρες κάτω από την ομπρέλα. Αυτή διάβαζε ένα λογοτεχνικό βιβλίο κι ο μουσάτος διοπτροφόρος κύριός της άκουγε μουσική από το ένα αυτί, σφυρίζοντας το ρυθμό.
Αφού έστησαν την ομπρέλα τους οι φιλενάδες μπήκαν γρήγορα στο νερό και με γέλια και χαρές άρχισαν να εξιστορούν τις χειμωνιάτικες ιστορίες τους . Θυμήθηκαν τα μαθητικά τους χρόνια και μες τα χωρατά η Πόντια άρχισε να λέει στα ποντιακά ανέκδοτα με τον Γιωρίκα και τον Κωστίκα.
-Κάνε και παράλληλη μετάφραση , δεν τα καταλαβαίνω όλα , κι αυτή βάλθηκε να επεξηγεί ακόμη κι όταν πέρασαν σε σόκιν ανέκδοτα....
Καμιά ώρα βγήκαν και στρώθηκαν στις ξαπλώστρες.
Ο μουσάτος σηκώθηκε και μόλις τις πλησίασε κατέβασε το μαγιώ του και το έβγαλε μπροστά τους δείχνοντας τες τα αχαμνά του. .
-Τί μας το δείχνει το μαραμένο του; αναρωτήθηκε χαμηλόφωνα η πόντια.
-Είστε πολύ γαϊδούρες , είπε ο διοπτροφόρος κύριος.
-Κρίμα που δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο και για σας, είπε η άλλη.
Η Πόντια ετοιμάστηκε να πιαστεί για τα καλά μαζί του σε διένεξη.
-Μη λες τίποτε, θα φύγει αμέσως, της είπε η άλλη.
Πράγματι φαινόταν ότι ο κύριος δεν έλεγχε πλέον τον θυμό του.
Μάζεψε γρήγορα την ομπρέλα και την κυρία του και έφυγαν.
Κατά την αποχώρηση τις φώναξε η κυρία “Ντροπή σας!”
και η Πόντια: “Αμ` και την δική σας , πού την βάζετε;”
Λες και δόθηκε παράγγελμα και έληξε το σιωπητήριο της ήσυχης παραλίας.
Σε λίγο μανάδες έχοντας παραμάσχαλα σωσίβια, και βατραχοπέδιλα, ομπρέλες και ξαπλώστρες και χαρούμενα παιδάκια με κουβαδάκια ξεχύθηκαν στην αμμουδιά.

Η ΣΤΑΣΗ ΜΟΥ ΠΑΡΑΚΑΤΩ








Η ΣΤΑΣΗ ΜΟΥ ΠΑΡΑΚΑΤΩ

Με κοίταξες αφ` υψηλού και ζύγισες το χωλό μου πόδι με το βλέμμα. Είχες καταλάβει την θέση για άτομα χρήζοντα βοήθεια, πράγμα που ούτε τώρα με το προβληματικό μου πόδι , θα έκανα. Δροσερή, άνετη και με ωραία οπτική θέση, ό,τι πρέπει για προχωρημένο μεσημέρι μες το κατακαλόκαιρο και με τόσο στρίμωγμα. Το βλέμμα σου γαλανό μα θολό. Είχε πάψει να `ναι απαστράπτον και θύμιζε κάτι από ύαινα. Σου άρεσε από πάντα να ξεχωρίζεις. Λίγο τα κομματικά, λίγο η εμπλοκή με ανθρώπους της εξουσίας, λίγο το οικογενειακό υπόβαθρο που παρήγαγε θέσεις διευθυντών και κάποια από τα προσόντα σου, σε ανέδειξαν γρήγορα σε θέση “ευθύνης” , ασύγχρονη της ηλικίας σου.
Μια τέτοια καυτή μέρα, μου ζήτησες να σου “αποδείξω” την αδυναμία μου. Δεν σου αρκούσαν όσα δήλωνε ο γιατρός στην γνωμάτευσή του. “Αν δεν μπορείς” είπες “ να πάρεις ποσοστό αναπηρίας”. Έτσι μ` έστειλες στο ύπαιθρο με σαράντα υπό σκιάν να πάρω μετρήσεις. Δεν ήταν κάτι επείγον, μα ήθελες να με ελέγξεις. Πόσα αντέχω άραγε; ‘Οταν γύρισα κάτωχρη και έτοιμη να καταρρεύσω με πήγες στο κέντρο υγείας. Το είδα καθαρά στο βλέμμα σου, πως ένιωσες το τρίξιμο της καρέκλας σου.
“Τα εισιτήριά σας” είπε ο ελεγκτής....”Τσακαλάκο, ή βγάλε εισιτήριο, ή κατέβα να το πας με τα πόδια.” Ο νεαρός τρεκλίζοντας λόγω της δόσης του, ψέλλισε, “έχει κανείς εισιτήριο;”. Μου έκανε εντύπωση , που μίλησες εξ` όλων : “ Εδώ κανείς δεν έχει για σένα εισιτήριο”.
“Άσε, λέω του ελεγκτή θα βγάλω εγώ, για το παιδί. Και καθώς εκδιδόταν το εισιτήριο άδειασε μια θέση. Άτσαλα προσγειώθηκα στο κάθισμα, γιατί όσο να πεις δεν λυγίζει το αφιλότιμο. Δίπλα μια κυρία, έχει κάνει το μπράτσο μαξιλάρι. “Συγγνώμη” της λέω σας ξύπνησα.
Δεν κοιμόταν, μου είπε σε σπασμένα ελληνικά ότι ζαλίζεται, γιατί της έπεσε η πίεση από τον καύσωνα. Έβγαλα από την τσάντα μου μια ριζογκοφρέτα. “Φάε λίγο να στηλωθείς, μου μοιάζεις ξενυχτισμένη”. Πράγματι, ήταν νοσοκόμα. Μου ξεδίπλωσε όμορφα την ιστορία της κι αποχαιρετιστήκαμε χαρούμενες για την γνωριμία.
“Ευδοκία, Ευδοκία”, μου φώναξες απ` την ψηλή σου θέση καθώς κατέβαινα. “Δεν είσαι η Ευδοκία;”
“Σε μένα μιλάτε;” της αντιγύρισα. “κάποιο λάθος κάνετε.....κι η στάση μου παρακάτω”

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΓΚΟΓΚΑ




Ο ΑΓΑΠΗΤΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΟΓΚΑΣ, ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ...ΣΥΛΛΕΚΤΗΣ ΠΟΙΗΤΩΝ ΔΙΑΤΗΡΕΙ ΕΝΑ ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΟ  ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ


 http://dimitriosgogas.blogspot.com

στο οποίο δημοσιέυει την παρακάτω συνεντευξή μου: 

Ευγενία Βογιατζή: .....ποίηση είναι αυτή η επικοινωνία του ατομικού λόγου ύπαρξης με τους άλλους λόγους ύπαρξης, αυτούς των Αναγνωστών του.

«....Κατά την άποψή μου το ποίημα «τελειοποιείται» μόνο, όταν το παραλάβει ο Αναγνώστης και το κάνει δικό του...»

ΑΡΧΕΙΟΘΕΤΗΣΗ
Λέω να πάρεις ένα χοντρό ντοσιέ
Βιογράφε,
απ` αυτά με τη σκληρή πλάτη
των οκτώ εκατοστών,
γιατί καθώς εγώ θα σου εξιστορώ
τα παρελθόντα,
τα μελλούμενα αυτόματα προγράφω
και αναρωτιέμαι,
με τόσο βεβαρημένο παρελθόν,
πώς θα σηκώσω εγώ το μέλλον,
ως άλλος Σίσσυφος;
Ενώ έτσι στο ντοσιέ,
τα παρελθόντα σού αποθέτω,
κράτα καλά το αρχείο,
από το Α ως το Ω,
κι αν στο μέλλον ζητηθεί,
σ` αυτά ν` ανατρέξεις με τάξη,
στ` αντίστοιχο το γράμμα.
Καλή αρχειοθέτης εδώ και χρόνια
σπουδαία  τις πράξεις μου ταξινομούσα,
σε σκοτεινά αρχεία,
που αξία πάντα είχαν,
μόνο και μόνο όταν
ήταν η πρόσβαση επιτρεπτή . 
γράφει ο Δημήτριος Γκόγκας
Η Ευγενία Βογιατζή γεννήθηκε το 1963 στη Δράμα. Σπούδασε πολιτικός μηχανικός.     Με τη ποίηση ασχολείται από μικρό παιδί. Έχει πάρει μέρος σε αρκετούς τοπικούς & πανελλήνιους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, αποκομίζοντας διακρίσεις. Ποιήματα κι άρθρα της έχουν δημοσιευτεί στο τύπο και το διαδίκτυο,  ενώ έχει συμμετάσχει σε ποιητικούς αγώνες και μαραθώνιους ποίησης. Συνολικά έχει γράψει 12 ανέκδοτες ποιητικές συλλογές και πολλά μικρά διηγήματα.
Η τελευταία ποιητική της συλλογή "ΟΙ ΣΥΣΚΕΥΕΣ ΜΟΥ ΣΕ ΧΡΟΝΟΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ" που φιλοξενείται στο λογοτεχνικό ιστοχώρο "www.apostaktirio.gr " ήταν το έναυσμα που μου δόθηκε για την συνέντευξη που ακολουθεί. Στα ποιήματα της συλλογής αυτής η ποιήτρια ουσιαστικά συνομιλεί με την οικεία τεχνολογία του ανθρώπου, με την τεχνολογία των οικοσκευών μας. Το ψυγείο, το μίξερ, το στεγνωτήριο, αποτελούν τους συνομιλητές και καλούν τον καθένα από εμάς στην αναζήτηση του ποσοστού αλλοτρίωσής μας. Της ζωής μας.
Την συναντήσαμε και μεταξύ γλυκού του κουταλιού και καφέ, ακολούθησε μια ευχάριστη και ουσιαστική συνέντευξη. Την ευχαριστούμε θερμά
1.Κυρία Βογιατζή, ασχολείστε με την ποίηση από παιδί. Έτσι τουλάχιστον γνωρίζουμε. Τι ήταν αυτό που σας τράβηξε στην ποίηση. Τι σήμαινε ποίηση για σας στα νεανικά σας χρόνια και πως την αντιμετωπίσατε μεγαλώνοντας;
ΕΒ: Πράγματι από τα παιδικά μου ακόμη χρόνια, η ποίηση ήταν για μένα ένας τρόπος να αντιλαμβάνομαι τον κόσμο με μεγαλύτερη πληρότητα, να βάζω τις σκέψεις μου σε μία «τάξη». Μπορούσα μέσα από τη ποίηση, να βρω απαντήσεις στα ερωτήματα, που τότε με απασχολούσαν για τον κόσμο που με περιέβαλλε. Τα λόγια από μόνα τους ξεπετάγονταν στο χαρτί, σα να ήταν εγκλωβισμένα και να ζητούσαν μια διέξοδο διαφυγής.
Με τα χρόνια κατάλαβα, ότι αυτό που φυλακίζει τα λόγια μέσα μας, είναι το «ανεκπλήρωτο» του καθένα, τελείως διαφορετικό για το κάθε άνθρωπο, που ματαιωμένο καθώς τού πισωγυρίζει , δεν αντέχει να μένει μέσα του αβίωτο και να θαφτεί. Θέλει να προτείνει κάτι καλύτερο, ένα διαφορετικό τρόπο να συμβαίνουν τα πράγματα: ο ποιητής ενεργεί σαν ένα παιδί που παίζει. Δημιουργεί ένα δικό του φανταστικό κόσμο , που τον παίρνει στα σοβαρά, τον εφοδιάζει με άπειρη ψυχική ενέργεια και τον ξεχωρίζει καθαρά από την πραγματικότητα. Αυτό τον κόσμο τον βιώνει σα να  «είναι» και του προκαλεί την ίδια ευχαρίστηση , που του προκαλούσε το παιχνίδι των παιδικών του χρόνων , όταν τον απελευθέρωνε από τη βαριά πραγματικότητα των ενηλίκων.
2.Εάν μπορούσαμε  να δώσουμε ένα προσωπικό ορισμό στην ποίηση, ποιος θα μπορούσε να είναι αυτός για εσάς;
ΕΒ: Το θέμα για τον ποιητή  δεν τελειώνει μόνο στο να εκφράσει. Δεν του αρκεί. Δίνει μια επιταγή επικοινωνίας σε κάθε παραλήπτη και περιμένει εκείνη την Άγια στιγμή, την Άγια ώρα που ο « Άλλος» θα μπορεί να επι-κοινωνήσει μέσα από τα δικά του λόγια , τα δικά του συναισθήματα . Να συγ-κοινωνήσει  το δικό του λόγο ύπαρξης, δείχνοντας μια άνευ όρων πίστη στην επικοινωνία μέσω της γλώσσας. Νομίζω λοιπόν πως για μένα, ποίηση είναι αυτή η επικοινωνία του ατομικού λόγου ύπαρξης με τους άλλους λόγους ύπαρξης, αυτούς  των Αναγνωστών του.
3.Πως γράφετε ένα ποίημα, από πού αντλείτε τα θέματά σας και πως εργάζεστε πάνω στους στίχους σας. Ένα ποίημά σας έχει την αρχική του μορφή ή το επεξεργάζεστε μέχρι να το τελειοποιήσετε;
ΕΒ: Το ποίημα ξεπετάγεται από μόνο του! Οποιαδήποτε έκφανση της ζωής μπορεί να αποτελέσει θέμα έμπνευσης. Η ποίηση δεν «προγραμματίζεται»…. Απλά συμβαίνει, σα να είναι γραμμένη μέσα μας!
Τα ποιήματά μου τα κρατώ σχεδόν στην αρχική τους μορφή, όπως ξεπετάγονται. Τα ξαναδιαβάζω αρκετές φορές στη συνέχεια και πιθανόν ν` αλλάζω λίγο τη σειρά των λέξεων, ή να αντικαθιστώ κάποια λέξη. Γενικά κάνω μικρές και λίγες διορθώσεις. Ωστόσο δεν πιστεύω ότι ένα ποίημα είναι «τέλειο». Κατά την άποψή μου το ποίημα «τελειοποιείται» μόνο, όταν το παραλάβει ο Αναγνώστης και το κάνει δικό του. Τότε εκπληρώνεται…. Γιατί μας νοιάζει τόσο πολύ ο Άλλος εν τέλει; Γιατί είναι ο καθρέφτης μας , είναι η αντανάκλαση του κόσμου μας κι όσο πιο διαφορετικές ερμηνείες πάρουν οι λέξεις μας , τόσο πιο πλούσιος θα μας  πισωγυρίσει ο κόσμος.
4.Μας έκανε εντύπωση η θεματολογία της ποιητική σας συλλογής "ΟΙ ΣΥΣΚΕΥΕΣ ΜΟΥ ΣΕ ΧΡΟΝΟΚΑΘΥΣΤΕΡΗΣΗ" Διαβάζουμε στο εισαγωγικό σας: Μπορούν οι ηλεκτρικές συσκευές , που λένε πως μας καταδυναστεύουν τη ζωή, να αποτελέσουν στοιχείο έμπνευσης; Και πώς είναι η σχέση μας μαζί τους; Μήπως η κάθε "συσκευή", όπως και ο κάθε άνθρωπος που συναναστρεφόμαστε,"εγγράφει " ήδη δικά μας "κομμάτια "; Θα θέλαμε να αναφερθείτε …..
ΕΒ: Σύμφωνα με τους Πυθαγόριους  στο ερώτημα «τί το σοφόν?»  απάντηση είναι  «ο αριθμός», ενώ στην ερώτηση «τι δεύτερον εις σοφίαν» (δηλαδή τι έρχεται δεύτερο μετά τον αριθμό σε σοφία) απάντησαν : «o τοις πράγμασιν τα ονόματα θέμενος» (δηλαδή εκείνος που έδωσε τις ονομασίες σε κάθε πράγμα, ο ανθρωπος). Η γλώσσα μας σήμερα είναι διασπασμένη από την «αριθμητική» της, δηλ. δεν είναι πια μια αμφιμονοσήμαντη αντιστοιχία γραμμάτων με αριθμούς. Έτσι και οι επιστήμες: λειτουργούν λίγο… «αυτόνομα» από τον άνθρωπο, που τις δημιούργησε. Ο καθένας βλέπει, ότι πλέον η Τεχνολογία επικυριαρχεί του Ανθρώπου: με σημερινούς όρους   θα λέγαμε ότι, το δημιούργημα «καπελώνει» το δημιουργό του.
Οι ηλεκτρικές συσκευές, που πρωτίστως ως νοικοκυρά χρησιμοποιώ στη καθημερινότητα, μου έδωσαν την ιδέα γι αυτή τη ποιητική συλλογή, την οποία σημειωτέον την έβγαλα αμέσως σε e-book με τη βοήθεια της ιστοσελίδας  «www.apostaktirio.gr»  ως αντί-δωρο στον αναγνώστη. Στη πραγματικότητα μέσα στη ποιητική αυτή συλλογή  γίνεται ένας διάλογος  με τη Τεχνολογία, που «εκπροσωπεί» κάθε ηλεκτρική συσκευή και λίγο-πολύ καλείται ο καθένας μας, να τοποθετηθεί στο ερώτημα, κατά πόσον η ζωή του έχει αλλοτριωθεί από τη τεχνολογία και κατ` επέκταση κατά πόσον ο καθένας μας έχει αποκλίνει από τους βασικούς προσανατολισμούς στη ζωή του, λόγω της τεχνολογίας, του καταναλωτισμού κ.λ.π.
5.Ερασιτεχνικά ασχολείστε  με τη ξυλογλυπτική  και τις μικροκατασκευές  από ξύλο  και έχετε συμμετάσχει  σε ομαδικές εκθέσεις εικαστικών. Πόσο κοντά είναι η ποίησή σας με αυτές τις εικαστικές τέχνες. Έχετε ποτέ εμπνευστεί από μια κατασκευή σας για την συγγραφή ενός ποιήματος αλλά και το αντίθετο; Η μία τέχνη μπορεί να αποτελέσει συμπλήρωμα της άλλης;
ΕΒ: Μου αρέσει να πειραματίζομαι με διάφορα υλικά και να δημιουργώ αντικείμενα, είτε από επανάχρηση παλιών υλικών (άχρηστα  cd , παλιά ξύλα, καλαπόδια, πηλό, πετραδάκια, πλαστελίνη, φελλό) είτε από επεξεργασία πρωτογενών υλικών, όπως το ξύλο με τη ξυλογλυπτική.  Γενικά μου αρέσει πολύ η διαδικασία, να ανακαλύπτει κανείς νέους τρόπους δημιουργίας και μέσα από αυτό το ταξίδι, νέους τρόπους «να υπάρχει». Μοιάζει κι αυτό με τη ποίηση. Στη πραγματικότητα η μια τέχνη αλληλο-συμπληρώνει την άλλη. Σε κάποια έργα μου πράγματι, η ποίηση και η ξυλογλυπτική έχουν κοινά θέματα. Δε μπορώ να πω με σιγουριά ποια τέχνη προηγήθηκε. Με επιφύλαξη, νομίζω  ότι προηγείται η ποίηση. Δηλαδή η Ποίηση βάζει τη θεμελιώδη Αναρώτηση και η Τέχνη βρίσκει τρόπους να απαντήσει…
6.Παρά το γεγονός ότι έχετε γράψει πληθώρα ποιημάτων, (γνωρίζουμε  ότι υπάρχουν 12 ολοκληρωμένες ποιητικές συλλογές) εν τούτοις δεν έχετε προχωρήσει στην έκδοσή τους παρά μόνο σε δύο,  αν δεν κάνω λάθος. Τι είναι αυτό που σας σταματά; Τα ποιήματα, το έργο των ποιητών θα έλεγα ότι πρέπει να βρίσκουν δρόμους δημοσιοποίησής.
ΕΒ: Στο θέμα της έκδοσης των ποιητικών συλλογών έχω μια… τραυματική εμπειρία: Ήμουν ακόμη φοιτήτρια, όταν αποφάσισα ότι διέθετα έναν ικανό αριθμό ποιημάτων για έκδοση και κατέβηκα τα σκαλιά κεντρικού βιβλιοπωλείου που δραστηριοποιούταν και στις εκδόσεις. Ο εκδότης-βιβλιοπώλης διαπίστωσε «ενδιαφέρουσα» γραφή και μου έκλεισε ραντεβού σε ένα …ξενοδοχείο για να συζητήσουμε για τα... περαιτέρω. Έτσι για πολύ καιρό αρνήθηκα την έκδοση των ποιημάτων μου!
Οι δώδεκα ανέκδοτες ποιητικές συλλογές νομίζω ότι αποτέλεσαν τη διαδικασία, μέχρι να αποκτήσω ένα εντελώς προσωπικό ποιητικό ύφος. Σαφώς και πρέπει να δημοσιοποιούνται, εφόσον σύμφωνα με όσα παραπάνω εκτέθηκαν, αποτελούν μια πρόταση επαναπροσδιορισμού του κόσμου που μας περιβάλλει.
7.Στο ποίημά σας ΑΡΧΕΙΟΘΕΤΗΣΗ διαβάζουμε:
Καλή αρχειοθέτης εδώ και χρόνια
σπουδαία  τις πράξεις μου ταξινομούσα,
σε σκοτεινά αρχεία,
που αξία πάντα είχαν,
μόνο και μόνον όταν
ήταν η πρόσβαση επιτρεπτή
 με δεδομένο ότι οι περισσότεροι ποιητές περιγράφουν βιώματά τους, θα τολμούσαμε να σας ρωτήσουμε εάν στη ζωή σας, αρχειοθετήσατε μέχρι και σήμερα σωστά τα  γεγονότα που την συνέθεσαν. Έγιναν λάθη; Πως τα αντιμετωπίσατε, βρήκατε διεξόδους και μέσα από τους στίχους;
ΕΒ: Πράγματι η ποίηση είναι ένα βιωματικό γεγονός από μόνη της. Τα βιώματά μου επεξεργάζομαι και τα βάζω σε τάξη με τη ποίηση, τα αρχειοθετώ.  Ωστόσο δεν μπορώ να χαρακτηρίσω τη ζωή μου με την έννοια του διπολικού «διακόπτη» (0-Ι) δηλαδή σωστό- λάθος, σώμα-ψυχή, θάνατος-ζωή. Αυτά τα δίπολα προσπαθεί να «συνενώσει»  κατά έναν τρόπο και  η ποιητική μου συλλογή «Μικρές Αντιφάσεις».
Ο χαρακτηρισμός σωστός-λάθος είναι αποκύημα της  επιστήμης , ενώ τη ποίηση θα τη χαρακτήριζα ως ένα ψυχολογικό γεγονός. Εννοείται ότι στο παρελθόν είχα υιοθετήσει ποικίλες λανθασμένες συμπεριφορές και νομίζω ότι σήμερα δεν τις επαναλαμβάνω πια. Αν και πάντα θα ήθελα να βλέπω τη ζωή με το μάτι του «αρχάριου» θεωρώ, ότι με τη πάροδο του χρόνου και μετά  την ενηλικίωση καλούμαστε να έχουμε μιαν άλλη θεώρηση για τα πράγματα. Σ` αυτό βοηθά σαφώς η ποίηση.
8.Παρακολουθείτε τους σύγχρονους έλληνες ποιητές; Θεωρείτε ότι έχουν την στόφα των παλαιοτέρων υψηλού κύρους ποιητών της χώρας μας ή τελικά όλα ( η δόξα ενός ποιητή, η γραφή ενός τέλειου ποιήματος, η αναγνώριση από το κοινό ) είναι θέμα …. συγκυριών και …τύχης;
ΕΒ: Παρακολουθώ τη σύγχρονη ελληνική ποίηση κυρίως από το διαδίκτυο (μπλογκς και ποιητικούς ιστοχώρους) και επίσης μου αρέσει να ξαναδιαβάζω τους παλαιότερους ποιητές, γιατί συχνά τους ξανα-ανακαλύπτω από μιαν άλλη οπτική. Από αυτή τη θέση, θα ήθελα να σας εκφράσω τις θερμές μου ευχαριστίες, για τη φιλοξενία σας  στον ιστοχώρο «Οι ποιητές που αγάπησα», όπως επίσης και όλους τους διαδικτυακούς ιστοχώρους, που κατά καιρούς έχουν φιλοξενήσει τη ποίησή μου.
Θα ήθελα να αναφέρω , ότι η σύγχρονη ελληνική ποίηση δεν υπολείπεται σε ποιότητα από παλιά. Απλά έχει αλλάξει ο τρόπος έκθεσής της. Έχει γίνει λίγο… «άϋλη». Οι συγκυρίες και η αναγνώριση έχουν να κάνουν και με τα αιτήματα του καιρού μας, τα αιτήματα των Αναγνωστών.
9.Και μιας και αναφερόμαστε στη σύγχρονη ποίηση, θα έχετε καταλάβει ψάχνοντας στο διαδίκτυο, ότι ένα μεγάλο ποσοστό ελλήνων γράφουν ποίηση (ή απλά δεν είναι τόσοι πολλοί όσο φαίνεται!). Είναι καλό αυτό; Είναι ορθό; Μα δεν αναρωτιέστε και εσείς πως οι ποιητές πολλαπλασιάστηκαν ταχέως;
ΕΒ: Πράγματι είναι τόσο πολλοί αυτοί που γράφουν σήμερα, που σε λίγο θα αναρωτιόμαστε πού πήγαν οι Αναγνώστες; Γιατί όπως προανέφερα, η ποίηση δίνει το χέρι και απλώνει γέφυρες επικοινωνίας, για να διαβούμε απέναντι, να σπάσουμε τα φράγματα της μοναχικότητας του εδώ και τώρα και μέσα από τη μοναδική ερμηνεία του κάθε Άλλου στα λόγια μας, να αντιληφθούμε τον κόσμο με μεγαλύτερη ευρύτητα, με μεγαλύτερη ευρυχωρία.
Επομένως λυπάμαι που θα το πω , μα έχουμε γεμίσει από πολλαπλές ….μοναχικότητες. Γι αυτό και ανθίζουν τόσο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Γι αυτό και τόσα πολλά “like”.  Πού πήγαν οι Αναγνώστες;
10.Μπορεί ένας ποιητής να ασχοληθεί επαγγελματικά και μόνο στη σημερινή εποχή με την …ποίησή του;
ΕΒ: Επειδή σήμερα η ποίηση έχει γίνει λίγο … άϋλη είναι σαφές ότι δεν αποτελεί μέσον βιοπορισμού, εκτός αν αλλάξουν οι  καταναλωτικές μας ανάγκες και εμού συμπεριλαμβανόμενης. Πάντως ονειρεύομαι να μπορώ να ζω μόνο σαν ποιήτρια, ή σαν καλλιτέχνης γενικότερα.
11.Την τελευταία δεκαπενταετία ασχοληθήκατε στους Ο.Τ.Α. Πως μπορεί να συνυπάρξει ο Δημόσιος Υπάλληλος με τον ποιητή;
ΕΒ: Μπορεί! Αλλιώς πώς θα είχαμε έναν Καβάφη,  Καρυωτάκη,  Βάρναλη, Χριστιανόπουλο μια Δημουλά και πόσων άλλων ακόμη η ιδιότητα ως δημοσίου υπαλλήλου μου διαφεύγει! Παρεμπιπτόντως, το ποίημα «Δημόσιοι Υπάλληλοι» του Καρυωτάκη, το θεωρώ ως τον  «ύμνο» των δημοσίων υπαλλήλων.
12.Κυρία Βογιατζή, ίσως να είναι προσωπική η ερώτηση, αλλά τι ρόλο  έχει παίξει και παίζει ο Θεός στο έργο και στη ζωή σας;
ΕΒ: Θεωρώ ότι ο κάθε άνθρωπος είναι εν δυνάμει μικρός Θεός : έχει εφοδιαστεί με όλα εκείνα τα ταλέντα, που αν του δοθεί η ευκαιρία  και η βούληση να τα αξιοποιήσει και να τα εξελίξει, μπορεί να φτάσει και στο «καθ` ομοίωση». Πιστεύω όμως και στο συλλογικό ασυνείδητο, δηλ.  στην αποθηκευμένη εκείνη ενέργεια του Σύμπαντος στην οποία γινόμαστε όλοι συμμέτοχοι. Πιστεύω ότι μέρος αυτού αποτελεί και η Ποίηση, αυτή που σήμερα παράγουμε και αυτή που έχει παραχθεί ανά τους αιώνες.
13.Αυτή την περίοδο επεξεργάζεστε κάποια ποιήματά σας, γράφετε κάτι;
ΕΒ: Κάθε φορά που λέω ότι κάνω… αγρανάπαυση, κάτι ξεπετάγεται! Δεν γράφω κάτι αλλά μπορεί και να γράψω!
14.Τελειώνοντας …..
 ΕΒ: Το τελευταίο διάστημα όλους μας έχει απασχολήσει πολύ η οικονομική κρίση. Ωστόσο έγινε γρήγορα αντιληπτό, ότι στη συνέχεια όλοι κληθήκαμε να επαναπροσδιορίσουμε τον τρόπο που βιώνουμε τη  καθημερινότητα. Η ποίηση από μόνη της είναι και ένας τρόπος επαναπροσδιορισμού της. Θα έλεγα να προσπαθήσουμε όλοι να κάνουμε πράξη όσα γράφουμε ή όσα διαβάζουμε και νιώθουμε ότι μας αφορούν. Σίγουρα τότε ο κόσμος θα γίνει καλύτερος.
«Με την αξία του και όμως ποιητικά κατοικεί ο άνθρωπος σ` αυτή τη γη» αναφέρει ο Χαίντερλιν και θα συμπληρώσω ότι ο τελευταίος ποιητής στο πλανήτη γη θα πάψει να υπάρχει, όταν θα πάψει να υπάρχει και ο τελευταίος άνθρωπος

ΣΕΜΕΝ ΣΕ ΣΧΕΔΙΟ "ΠΕΤΡΑΧΗΛΙ"



Φωτογραφία της Eugenia Vogiatzi.

Σεμέν σε σχέδιο “Πετραχήλι”

Η κυρα-Βάσω και οι κόρες της με τα παιδιά τους ήταν για αρκετά χρόνια οι Γειτόνισσες του πάνω ορόφου, στο τότε οικογενειακό μας εξοχικό παραλιακό διαμέρισμα. Άξια νοικοκυρά και λόγω της πρώιμης χηρείας της είχε καλοπαντρέψει τα κορίτσια , που μαζί της περνούσαν και τις καλοκαιρινές τους διακοπές. Σε καθημερινή βάση και για πολλές ώρες κάναμε παρέα , είτε για τον πρωινό ή απογευματινό καφέ, είτε για το θαλασσινό μπάνιο, είτε ακόμη και για το μεσημεριανό φαγητό, αφού συχνά τρώγαμε όλοι μαζί. Στη πραγματικότητα ήταν σα να συνυπήρχαμε σε ένα μεγάλο σπίτι, σα μια μεγάλη οικογένεια , που είχε και τη δυνατότητα της ατομικότητας.
Οι πιο ωραίες στιγμές της παρέας τους ήταν τα «νυχτέρια». Πότε σε μας και πότε στο δικό τους διαμέρισμα μαζευόμασταν τα βράδια, όταν δεν βγαίναμε βόλτα με άλλες παρέες και αφού ετοιμάζαμε λιχουδιές για τα παιδιά τους και μεζεδάκια για μας, η κυρά Βάσω με τις κόρες της έπιαναν το κέντημα κι η μαμά μου το πλέξιμο. Η αδελφή μου κι εγώ παίζαμε με τα παιδιά και πιο πολύ με ανέκδοτα και καλαμπούρια περνούσαμε το βράδυ.
«Πιάστε και καμιά βελόνα, όχι μόνο διάβασμα!» έλεγε η κυρά Βάσω κι επειδή, ούτως ή άλλως κάτι είχαμε μάθει στο μάθημα των οικοκυρικών στο σχολείο, αποφάσισα να αποπειραθώ ένα κέντημα . Η Σοφία μου έδειξε μερικά ήδη φτιαγμένα δικά της εργόχειρα κι εγώ διάλεξα ένα αρκετά πολύπλοκο και πολύχρωμο γεωμετρικό σχέδιο, το «πετραχήλι». Μετά από τόσα χρόνια δεν θυμάμαι, αν το τελείωσα σε ένα ή περισσότερα καλοκαίρια. Το «πετραχήλι» ήταν για μένα το διαβατήριο για την παρέα τους και παράλληλα καθώς πόντο-πόντο μετρούσα τις βελονιές για να σχηματίσω το σχέδιο, ήταν σα να μετρούσα τις δυνάμεις μου, για τα μελλοντικά μου σχέδια. Τότε ήμουν στη εφηβεία και σχεδίαζα τη ζωή μου, έκανα όνειρα μακρινά κι ιδανικά.
Τις προάλλες σκέφτηκα , με αφορμή ένα ταξίδι στη καλύτερή μου φίλη από εκείνα τα χρόνια του σχολείου και της εφηβείας , που εδώ και τέσσερις δεκαετίες ζει στο εξωτερικό, ότι ίσως το καλύτερο δώρο από την πατρίδα θα ήταν αυτό το κέντημα: ένα σεμέν και δύο ορθογώνια πετσετάκι με σχέδιο «πετραχήλι» , που στο μεταξύ η μαμά μου, τους είχε προσθέσει και κρόσσια.
Δεν ξέρω αν έκλεισα τους λογαριασμούς μου με τα μελλοντικά μου σχέδια. Αλήθεια, τι μελλοντικά σχέδια θα μπορούσα άραγε να έχω , αφού όπως έλεγε κάποτε η μικρή μου φίλη Ειρηνούλα , είμαι μια… «πετυχημένη». Μόνο για τα παιδιά μου θέλω να ονειρεύομαι, να ζήσουν σε έναν πιο όμορφο κόσμο, γεμάτο αγάπη, συμπόνοια, αλληλεγγύη και ανθρωπιά. Ας το πω κι έτσι: όπως το πετραχήλι, που φορά ο παπάς για να συμβολίσει τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, έτσι και το δικό μου κέντημα, ας γίνει ο φορέας, που θα μυήσει αυτούς που θα το βλέπουν στη καλοσύνη. Και να που κιόλας έπιασε τόπο. Η πλήρης φιλοξενία της φιλενάδας μου ήταν ένα κομμάτι καλοσύνης.

ΤΑ ΕΥΡΕΤΡΑ



ΤΑ ΕΥΡΕΤΡΑ

Τα εύρετρα
Με την Οσία , την Καμέλια και τον Σεραφείμ ήμασταν το πιο γρήγορο «τραπέζι». Φοιτητές τότε όλοι μας και δουλεύαμε στον ΟΠΑΠ στην διαλογή των δελτίων του ΠΡΟΠΟ, για να βγάλουμε το χαρτζιλίκι μας. Ακόμη και στις διακοπές, όταν είχε ξένους αγώνες, παίρναμε το ΚΤΕΛ και από το παραθεριστικό των γονιών μας κατεβαίναμε στη πόλη για την διαλογή. Τότε η διαλογή γινόταν χειροποίητα κι όχι ηλεκτρονικά, όπως σήμερα. Γι αυτό και επαναλαμβανόταν δύο φορές , για να ελαχιστοποιηθεί το ανθρώπινο λάθος. Ύστερα από μια γρήγορη σχετικά ημέρα πρώτης και δεύτερης διαλογής, μιας κι ήμασταν το πιο γρήγορο τραπέζι, γυρίσαμε με το ΚΤΕΛ πίσω στο παραθεριστικό κι ίσα που προλάβαμε το απογευματινό μπάνιο στην θάλασσα.
«Άντε ματσωθήκατε πάλι», είπαν η Σοφία και η Δήμητρα, οι γειτόνισσες και φίλες που συναντήσαμε στο μπάνιο. «Δεν πάμε για ουζάκι το βράδυ;» και χωρίς δεύτερη κουβέντα συμφωνήσαμε να πάμε επίσημα, σ ένα παραλιακό.
Μη φανταστείς ότι παραγγείλαμε κι εγώ δεν ξέρω τι….Μόνο η παρέα και τα καλαμπούρια μας ένοιαζαν, εξάλλου το χαρτζιλίκι μας ήταν ελάχιστο, κι έτσι ζητήσαμε να μας φέρουν ούζο και μια πιατέλα για τέσσερις. Καθώς βάζω ένα παγάκι στο ποτήρι, για την κλασσική πρόποση «καλοφάγωτα», λες και το πενιχρό μεροκάματα ήταν μια περιουσία, μου πέφτει ένα παγάκι κι ενώ σκύβω να δω που κατευθύνθηκε, βλέπω κάτω από την καρέκλα μου ένα μασούρι χιλιάρικα.
«Κυρ Θανάση βάλε και μια χταπόδι στα κάρβουνα κι ένα καλαμάρι και μία μύδια! Κορίτσια κερνάω»
Σε λίγο εμφανίζονται εκεί δίπλα μας, δύο κορίτσια λίγο μικρότερά μας σε ηλικία-ήταν δεν ήταν δεκαοκτώ- τουρίστριες ξανθιές κι ηλιοκαμένες και πολύ προβληματισμένες. Μιλούσαν γερμανικά κι αμέσως κατάλαβα, ότι έψαχναν αυτό που βρήκα. «Τι ψάχνετε κορίτσια;» τις ρώτησα στην γλώσσα τους και μετά από τις σχετικές εξηγήσεις , να σου τις στρογγυλοκαθίζω στην παρέα μας. Συστηθήκαμε και μας είπαν την ιστορία, πώς βρέθηκαν οι δεκαοχτάχρονες αυστριακές στην Ελλάδα.
Αχνιστά τα σέρβιρε, το χταπόδι το καλαμάρι και τα μύδια. «Φέρε κυρ-
Θανάση κι άλλα δύο πιρούνια και λίγο ούζο ακόμη». Και μετά τα καλαμπούρια και την γνωριμία μας, τα κορίτσια ήθελαν να μου δώσουν εύρετρα.

«Να πείτε στην πατρίδα σας , ότι για μας στην Ελλάδα μετράει η παρέα» και καθώς έφυγαν, ενώσαμε τα χαρτζιλίκια μας, για να πληρώσουμε τον λογαριασμό.
Εκείνη την βδομάδα την βγάλαμε στην παραλία με ντομάτα και τυρί, άντε και στην φτηνή καφετερία με μια πορτοκαλάδα. Τόσο δεν μας ένοιαζε!
Όμως τι σου λέω τώρα….Πέρασαν εκείνα τα χρόνια.
Τώρα ανθρωποφαγία για λίγα ευρώ. Ακόμη και στους χώρους δουλειάς , που είναι πιο σίγουρο το μεροκάματο (κι η υποψιασμένη ξέρεις τι εννοώ), πώ-πώ τι δέσιμο με μιαν καρέκλα, για λίγα ευρουλάκια ή κι από……. Δεν έχω λόγια!

ΡΟΗ



 (ΑΦΙΕΡΩΜΈΝΟ στα ξενιτεμένα μου παιδια Αναστασία-Θεοδώρα και Δημήτρη)


ΡΟΗ

Στης πικραλίδας το φουρφούρι
φου φυσώ,
της ωριμότητας τα σπόρια διασκορπίζω,
στα πέρατα ροή καρπού
πιο πέρα από δω,
για κανένα δε σε χαλαλίζω.
Με ένα μπαλόνι ανάριο
σ` αποχαιρετώ
κλέφτη της στιγμής, σε περιμένω.
Χρονάκια τόσα
σ` είδα να θεριεύεις:
το μέσα και το έξω ενωμένο.
Ώρα καλή, τύχη χρυσή
πουλάκι μου ξεπεταρούδι,
σα πεταλούδα πλουμιστή
πέτα από λουλούδι σε λουλούδι.

Στους νέους χάρτες βαλε τη κουκκίδα,
όπου ροή , εκεί πατρίδα.

Η ΠΛΥΣΤΡΑ






Η ΠΛΥΣΤΡΑ

Ανήκε και δεν ανήκε.
Επί χρόνια λαγάριζε
τα ρούχα της Οικογένειας.
Είχε εθιστεί
τόσο πολύ σ`αυτό,
που στο τέλος έπλενε
και τα καθαρά.
Χιλιάδες μέτρα μπουγάδας
είχε απλώσει.
Στα ταλαιπωρημένα δάχτυλά της,
είχαν σβηστεί τ` αποτυπώματα.
Όταν διέρρηξαν
το πολυτελές αυτοκίνητο
ήταν η βασική ύποπτη.
"Βάλτε εδώ τα δάχτυλά σας
στο μελάνι..."
και καθώς πήγε να τ`ακουμπήσει
ένας αστυνομικός της Δίωξης
πρόσεξε τα χέρια της.
Άσε, της είπαν
μη λερώνεσαι...
Βάζω το ΄χερι μου στη φωτιά,
δεν ήσουνα Εσύ...

ΤΕΣΣΕΡΑ ΧΑΙΚΟΥ- ΡΟΔΙ






 ΡΟΔΙ

Αίμα πλανήτες
σε ωχρό μανδύα
Κέντρο πεφτάστερο.

χυμός του κόσμου
Ζωής ελιξίριο
ψυχής η σάρκα.

το μέσα-έξω
ευκαρπίας σύμβολο
κόσμος συγκλίνων.

της ενικής μας
πληθυντικότατας η
Αγιότητα!

ΔΕΛΤΙΟ ΚΑΙΡΟΥ



Φωτογραφία της Eugenia Vogiatzi.


ΔΕΛΤΙΟ ΚΑΙΡΟΥ

Καύσωνας ανέκφραστων συναισθημάτων
προβλέπεται για το Σαββατοκύριακο,
η πρωτεύουσα καζάνι που βράζει.
Από πλημμύρες δακρύων
τη Δευτέρα και τη Τρίτη
θα πνίγεται η συμπρωτεύουσα,
το αποχευτευτικό ομβρίων
δεν σχεδιάστηκε να επαρκεί
σε ξαφνικές νεροποντές.
Σ` άλλες πόλεις αίθριος ο καιρός:
στη Δράμα οι μνήμες
λούζονται στη Βαρβάρα,
στη Καβάλα τα ψάρια
γιαλώνουν στο Παληό.
Για τη Θάσο δελτίο θυέλλης:
μαζέψτε κουβαδάκια, στρώματα
ομπρέλες από τη παραλία,
τα κύματα θα φτάσουν
έως και τρία μέτρα,
αφρίζοντας θα σκεπάσουν
τις αιώρες
των παιδικών χρόνων.