Για καιρό ζούσαμε στην ανεργία. Το γραφείο , που το κρατούσαμε για εικοσιπέντε ολόκληρα χρόνια με νύχια και με δόντια οι δυο μας με τον άντρα μου δεν πήγαινε και πολύ καλά , ελάχιστοι πελάτες ζητούσαν πια οικοδομικές άδειες , γιατί το κόστος των κατοικιών είχε ήδη τριπλασιαστεί ενώ τα οικόπεδα ανοικοδόμησης συγκροτημάτων και πολυκατοικιών είχαν πια εξαντληθεί. Στο δημόσιο ήταν αδύνατον να βρω δουλειά και οι τεχνικές εταιρείες μετά την «Αθήνα 2004» άρχισαν να κλείνουν η μια μετά την άλλη απολύοντας συνέχεια το έτσι κι αλλιώς άκρως απαραίτητο προσωπικό τους.
Τα παιδιά μας ήδη είχαν τελειώσει τις σπουδές τους κι έψαχναν κι αυτά δουλειά. Τώρα τα σύνορα δεν μας φαίνονταν περιοριστικά. Η Νάσια η κόρη μας είχε δηλώσει ότι θα δουλέψει στην Γερμανία, στην εταιρεία της φίλης μου Πέπης , η οποία επεκτείνονταν στο τομέα της πληροφορικής με καλπάζοντες ρυθμούς. Η «Κατσαρίδα» παρά το μικρό της ανάστημα είχε γίνει γίγαντας στο τομέα της πληροφορική μιας και αποδείχτηκε δαιμόνια γυναίκα-επιχειρηματίας. Ο Τζίμης ο γιός μας πήγε στην Ισπανία να βρει τη τύχη του , τον κάλεσε εκεί ένας καθηγητής κιθαρίστας να επιμορφωθεί στη χώρα του φλαμέγκο. Αναγνώριζε στο πρόσωπό του τον «ιδανικό μαθητή» με λαμπρές προοπτικές.
Ε, δεν ήταν δύσκολο για μας να πάρουμε την απόφαση. Μηχανικοί ήμασταν κι οι δυο, προκαταλήψεις δεν είχαμε ήδη από τα φοιτητικά μας χρόνια, στέγη και φαγητό θα είχαμε εξασφαλισμένα από την Μη Κυβερνητική Οργάνωση. Τα παιδιά δεν μας χρειάζονταν πια, κι η πολιτεία που κάποτε μας μόρφωσε, σήμερα «τρώει» τα παιδιά της, γιατί τόσα χρόνια δεν φρόντισε καμιά πολιτική να εξασφαλίσει δουλειά για τους νέους , αλλά και για τους κοντά στη σύνταξη εργαζομένους.
Έτσι αποφασίσαμε να δηλώσουμε με τη μία στη Μη Κυβερνητική Οργάνωση ,ότι είμαστε διαθέσιμοι για το κλιμάκιο στη Τανζανία.
Τότε ήταν που θυμήθηκα τον Στηβ. Γνώριμός μου από τα φοιτητικά μας ακόμη χρόνια- σπούδαζε ιατρική και διάβαζε μαζί μας στη βιβλιοθήκη- ήταν κι αυτός ένας από τους αλλοδαπούς φοιτητές στη χώρα μας, που βοηθιόταν αρκετά από κάποιους χωρίς προκαταλήψεις συμφοιτητές.
Ο Στηβ ήταν από το Νταρ ελ Σαλάαμ , τη «πόλη της ειρήνης» όπως λέγεται στα σουαχίλι. Μου` λεγε τότε με παράπονο, ότι είναι αδιανόητο για τους πολιτισμένους πολίτες αυτού του κόσμου να αντιληφθούν τις πολλαπλές ανάγκες στη Τανζανία , που είναι οκτώ φορές μεγαλύτερη από την Ελλάδα κι έχει τετραπλάσιο πληθυσμό. Είναι αδιανόητο να αντιληφθούμε-έλεγε ο Στηβ- πως δύο στα δέκα παιδιά πεθαίνουν από έϊτζ , ενώ άλλα από αβιταμίνωση , ασιτία και τροπικές ασθένειες. Ότι ένας στους πέντε κατοίκους της ζει σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας, με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα. Είναι αδιανόητο να βλέπει κανείς στα δοχεία απορριμμάτων των ανεπτυγμένων χωρών στο φαγητό που μας περίσσεψε ή δεν μας άρεσε ή έληξε , να είναι εκεί πεταμένη και η ζωή ενός παιδιού που πεθαίνει από την ασιτία. Αδιανόητο, ότι τα παιδιά δεν έχουν τα στοιχειώδη εμβόλια που κοστίζουν τρία ευρώ και πεθαίνουν από τέτοιες ασθένειες. Αδιανόητο, ότι δεν υπάρχει καθαρό πόσιμο νερό για τους μισούς κατοίκους των απομακρυσμένων περιοχών. Σαφώς δεν έκανε καμιά μνεία τότε ο Στηβ για μόρφωση ή τέτοιου είδους «πολυτέλειες». Στις μαστιζόμενες από λιμούς χώρες , μία στις τρεις γυναίκες δεν γνωρίζει γραφή και ανάγνωση, η δε γυναίκα έχει μια πολύ χαμηλή θέση σ` αυτές τις κοινωνίες.
Έχοντας αυτά στο μυαλό μου, πέρασα τη πόρτα της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης. Δυστυχώς ήμασταν οι πρώτοι που δηλώσαμε συμμετοχή, δεν υπήρχαν άλλοι συνάδελφοι διαθέσιμοι κι έπρεπε να περιμένουμε. Εξ` άλλου το πλάνο παρέμβασης δεν ήταν ακόμη ξεκάθαρο: τί θα κάναμε στη Τανζανία; Θα διανοίγαμε δρόμους, θα βελτιώναμε το οδικό δίκτυο, θα φτιάχναμε σχολεία, νοσοκομεία, θα ανοίγαμε πηγάδια ή θα κατασκευάζαμε υποτυπώδη δίκτυα ύδρευσης; Κι όλα αυτά με ποιο ανθρώπινο δυναμικό θα πραγματοποιούνταν , με ποιο συντονισμό και με ποια χρήματα;
Αμέσως καταλάβαμε ότι δεν αρκεί μονάχα να δηλώσει κανείς το παρόν σε μια τέτοια υπόθεση. Χρειάζεται να είναι διατεθειμένος να αφιερώσει τη ζωή του σε ένα τέτοιο σκοπό, στη πραγματικότητα να λειτουργήσει όπως θα λειτουργούσε κανείς σε ιεραποστολικό έργο.
Εμείς οι τεχνοκράτες δύσκολα ξεφεύγουμε από τα στεγανά όρια του απολύτως ελεγχόμενου συστήματός μας. Έχουμε διδαχθεί καλά , από τα πολυτεχνειακά μας ακόμη χρόνια , τα μηχανικά συστήματα , τα οποία χρησιμοποιούμε σαν μοντέλα για να περιγράψουμε τις κατασκευές και μ` αυτό το τρόπο να προβλέψουμε τις επικείμενες βλάβες στα οικοδομήματα, που σχεδιάζουμε από ενδεχόμενους σεισμούς. Αν κάτι ξεφεύγει από τα στάδια ελέγχου το διορθώνουμε και ξαναϋπολογίζουμε με μεγαλύτερη ασφάλεια το σύστημά μας. Αυτά τα συστήματα λέγονται «κλειστά» γιατί έχουν μεγάλο βαθμό ελεγξιμότητας, προσδιορισμού κι ελέγχου. Απ` ότι φαίνεται όμως, άκρως επηρεασμένοι από τις σπουδές μας αδυνατούμε να αντιληφθούμε ότι κάποια συστήματα χρειάζονται μια μεγαλύτερη ευελιξία. Και τέτοια είναι τα ανθρώπινα : ξεφεύγουν απολύτως από οτιδήποτε «ελέγξιμο».
Πολλοί συνάδελφοι μηχανικοί γνωρίζουν τη Τανζανία ως χώρα τουρισμού και πόλο έλξης για να κάνει κανείς σαφάρι στα πάρκα των άγριων ζώων που διαθέτει. Είναι γνωστό σε πολλούς από μας , ότι το «σινάφι» μας έλκεται από τις τροπικού τύπου διακοπές. Αναρωτιέμαι τί σχέση έχει η εικόνα που αποκομίζει ένας τουρίστας στη Τανζανία από την πραγματική, αυτή που μας περιέγραφε ο Στηβ, ή αυτή την ακόμη πιο αληθινή , που αντιμετωπίζουν οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις.
Όταν κανείς πετάξει με πτήση τσάρτερ προς τη Ζανζιβάρη της Τανζανίας, το υπέροχο νησί του αρχιπελάγους με τις δαντελωτές ακρογιαλιές και τους κοραλλιογενείς βυθούς, κι όταν παραμείνει για λίγες μέρες στα ελάχιστα ξενοδοχεία της περιοχής και περιπλανηθεί στα εξωτικά σοκάκια σκιαζόμενος από τους κοκοφοίνικες είναι στ` αλήθια αυτή η εικόνα της Τανζανίας; Μ` αυτές τις σκέψεις φύγαμε απογοητευμένοι από τη Μ.Κ.Ο παίρνοντας την υπόσχεση ότι στο απώτερο μέλλον ίσως να φανούμε χρήσιμοι στη χώρα αυτή, που μαστίζεται τόσο πολύ από τη φτώχεια.
Έτσι αλλάξαμε γραμμή πλεύσης .......(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
Τα παιδιά μας ήδη είχαν τελειώσει τις σπουδές τους κι έψαχναν κι αυτά δουλειά. Τώρα τα σύνορα δεν μας φαίνονταν περιοριστικά. Η Νάσια η κόρη μας είχε δηλώσει ότι θα δουλέψει στην Γερμανία, στην εταιρεία της φίλης μου Πέπης , η οποία επεκτείνονταν στο τομέα της πληροφορικής με καλπάζοντες ρυθμούς. Η «Κατσαρίδα» παρά το μικρό της ανάστημα είχε γίνει γίγαντας στο τομέα της πληροφορική μιας και αποδείχτηκε δαιμόνια γυναίκα-επιχειρηματίας. Ο Τζίμης ο γιός μας πήγε στην Ισπανία να βρει τη τύχη του , τον κάλεσε εκεί ένας καθηγητής κιθαρίστας να επιμορφωθεί στη χώρα του φλαμέγκο. Αναγνώριζε στο πρόσωπό του τον «ιδανικό μαθητή» με λαμπρές προοπτικές.
Ε, δεν ήταν δύσκολο για μας να πάρουμε την απόφαση. Μηχανικοί ήμασταν κι οι δυο, προκαταλήψεις δεν είχαμε ήδη από τα φοιτητικά μας χρόνια, στέγη και φαγητό θα είχαμε εξασφαλισμένα από την Μη Κυβερνητική Οργάνωση. Τα παιδιά δεν μας χρειάζονταν πια, κι η πολιτεία που κάποτε μας μόρφωσε, σήμερα «τρώει» τα παιδιά της, γιατί τόσα χρόνια δεν φρόντισε καμιά πολιτική να εξασφαλίσει δουλειά για τους νέους , αλλά και για τους κοντά στη σύνταξη εργαζομένους.
Έτσι αποφασίσαμε να δηλώσουμε με τη μία στη Μη Κυβερνητική Οργάνωση ,ότι είμαστε διαθέσιμοι για το κλιμάκιο στη Τανζανία.
Τότε ήταν που θυμήθηκα τον Στηβ. Γνώριμός μου από τα φοιτητικά μας ακόμη χρόνια- σπούδαζε ιατρική και διάβαζε μαζί μας στη βιβλιοθήκη- ήταν κι αυτός ένας από τους αλλοδαπούς φοιτητές στη χώρα μας, που βοηθιόταν αρκετά από κάποιους χωρίς προκαταλήψεις συμφοιτητές.
Ο Στηβ ήταν από το Νταρ ελ Σαλάαμ , τη «πόλη της ειρήνης» όπως λέγεται στα σουαχίλι. Μου` λεγε τότε με παράπονο, ότι είναι αδιανόητο για τους πολιτισμένους πολίτες αυτού του κόσμου να αντιληφθούν τις πολλαπλές ανάγκες στη Τανζανία , που είναι οκτώ φορές μεγαλύτερη από την Ελλάδα κι έχει τετραπλάσιο πληθυσμό. Είναι αδιανόητο να αντιληφθούμε-έλεγε ο Στηβ- πως δύο στα δέκα παιδιά πεθαίνουν από έϊτζ , ενώ άλλα από αβιταμίνωση , ασιτία και τροπικές ασθένειες. Ότι ένας στους πέντε κατοίκους της ζει σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας, με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα. Είναι αδιανόητο να βλέπει κανείς στα δοχεία απορριμμάτων των ανεπτυγμένων χωρών στο φαγητό που μας περίσσεψε ή δεν μας άρεσε ή έληξε , να είναι εκεί πεταμένη και η ζωή ενός παιδιού που πεθαίνει από την ασιτία. Αδιανόητο, ότι τα παιδιά δεν έχουν τα στοιχειώδη εμβόλια που κοστίζουν τρία ευρώ και πεθαίνουν από τέτοιες ασθένειες. Αδιανόητο, ότι δεν υπάρχει καθαρό πόσιμο νερό για τους μισούς κατοίκους των απομακρυσμένων περιοχών. Σαφώς δεν έκανε καμιά μνεία τότε ο Στηβ για μόρφωση ή τέτοιου είδους «πολυτέλειες». Στις μαστιζόμενες από λιμούς χώρες , μία στις τρεις γυναίκες δεν γνωρίζει γραφή και ανάγνωση, η δε γυναίκα έχει μια πολύ χαμηλή θέση σ` αυτές τις κοινωνίες.
Έχοντας αυτά στο μυαλό μου, πέρασα τη πόρτα της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης. Δυστυχώς ήμασταν οι πρώτοι που δηλώσαμε συμμετοχή, δεν υπήρχαν άλλοι συνάδελφοι διαθέσιμοι κι έπρεπε να περιμένουμε. Εξ` άλλου το πλάνο παρέμβασης δεν ήταν ακόμη ξεκάθαρο: τί θα κάναμε στη Τανζανία; Θα διανοίγαμε δρόμους, θα βελτιώναμε το οδικό δίκτυο, θα φτιάχναμε σχολεία, νοσοκομεία, θα ανοίγαμε πηγάδια ή θα κατασκευάζαμε υποτυπώδη δίκτυα ύδρευσης; Κι όλα αυτά με ποιο ανθρώπινο δυναμικό θα πραγματοποιούνταν , με ποιο συντονισμό και με ποια χρήματα;
Αμέσως καταλάβαμε ότι δεν αρκεί μονάχα να δηλώσει κανείς το παρόν σε μια τέτοια υπόθεση. Χρειάζεται να είναι διατεθειμένος να αφιερώσει τη ζωή του σε ένα τέτοιο σκοπό, στη πραγματικότητα να λειτουργήσει όπως θα λειτουργούσε κανείς σε ιεραποστολικό έργο.
Εμείς οι τεχνοκράτες δύσκολα ξεφεύγουμε από τα στεγανά όρια του απολύτως ελεγχόμενου συστήματός μας. Έχουμε διδαχθεί καλά , από τα πολυτεχνειακά μας ακόμη χρόνια , τα μηχανικά συστήματα , τα οποία χρησιμοποιούμε σαν μοντέλα για να περιγράψουμε τις κατασκευές και μ` αυτό το τρόπο να προβλέψουμε τις επικείμενες βλάβες στα οικοδομήματα, που σχεδιάζουμε από ενδεχόμενους σεισμούς. Αν κάτι ξεφεύγει από τα στάδια ελέγχου το διορθώνουμε και ξαναϋπολογίζουμε με μεγαλύτερη ασφάλεια το σύστημά μας. Αυτά τα συστήματα λέγονται «κλειστά» γιατί έχουν μεγάλο βαθμό ελεγξιμότητας, προσδιορισμού κι ελέγχου. Απ` ότι φαίνεται όμως, άκρως επηρεασμένοι από τις σπουδές μας αδυνατούμε να αντιληφθούμε ότι κάποια συστήματα χρειάζονται μια μεγαλύτερη ευελιξία. Και τέτοια είναι τα ανθρώπινα : ξεφεύγουν απολύτως από οτιδήποτε «ελέγξιμο».
Πολλοί συνάδελφοι μηχανικοί γνωρίζουν τη Τανζανία ως χώρα τουρισμού και πόλο έλξης για να κάνει κανείς σαφάρι στα πάρκα των άγριων ζώων που διαθέτει. Είναι γνωστό σε πολλούς από μας , ότι το «σινάφι» μας έλκεται από τις τροπικού τύπου διακοπές. Αναρωτιέμαι τί σχέση έχει η εικόνα που αποκομίζει ένας τουρίστας στη Τανζανία από την πραγματική, αυτή που μας περιέγραφε ο Στηβ, ή αυτή την ακόμη πιο αληθινή , που αντιμετωπίζουν οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις.
Όταν κανείς πετάξει με πτήση τσάρτερ προς τη Ζανζιβάρη της Τανζανίας, το υπέροχο νησί του αρχιπελάγους με τις δαντελωτές ακρογιαλιές και τους κοραλλιογενείς βυθούς, κι όταν παραμείνει για λίγες μέρες στα ελάχιστα ξενοδοχεία της περιοχής και περιπλανηθεί στα εξωτικά σοκάκια σκιαζόμενος από τους κοκοφοίνικες είναι στ` αλήθια αυτή η εικόνα της Τανζανίας; Μ` αυτές τις σκέψεις φύγαμε απογοητευμένοι από τη Μ.Κ.Ο παίρνοντας την υπόσχεση ότι στο απώτερο μέλλον ίσως να φανούμε χρήσιμοι στη χώρα αυτή, που μαστίζεται τόσο πολύ από τη φτώχεια.
Έτσι αλλάξαμε γραμμή πλεύσης .......(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)
Μου άρεσε & τούτο πάρα πολύ,Ευγενία μου.Το μόνο που μπορώ να πω καθότι η σωρευμένη κούρασή μου τελευταία είναιτόση που δεν μπορώ ούτε να σκεφτώ για απλά πράγματα.Συμπάθα με αν για λίγο διάστημα"χαθώ".Λίγο θα ναι ώς να αναλάβω δυνάμεις.Χαίρω όπως πάντα άκρας υγείας& θα ξεκουραστώ τώρα για να χαίρω μόνιμα & πάντα.Με τη σκέψη μου εδώ θα μαι όσο & να "λείψω".Σίγουρα δεν θα αργήσω να επανέλθω ,μα δεν μπορώ να πω πότε. Συγγνώμη που δεν πρόλαβα να διαβασω ακόμη τα μέιλς σου.Ηδη έχω σταματήσει τις αναρτήσεις & στο δικό μου μπλογκ.Να σαι καλά! Τα λέμε σύντομα ,ελπίζω.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ ευχαριστώ πιστέ αναγνώστη και καλή ξεκούραση! Σύμπτωμα των ινερνετικών καιρών κι αυτό..η κουραση του σερφαρίσματος! Θα γυρίσεις αλλά με επιλογές ποιοτικές είμαι σίγουρη για αυτο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘέλω κι'άλλο
ΑπάντησηΔιαγραφήΘέλω κι'άλλο
Θέλω κι'άλλο
Τι Ανθρωπος που είσαι Ευγενία!
φιλιά