Καλύτερα να με `πιανες
από τη φτέρνα μου
και στο βαθύτερο φαράγγι
να με γκρέμιζες,
παρά έτσι που με καταδίκασες
σ` αιώνια αναζήτηση
του μέσα και του έξω.
Μήπως το `θελες κι εσύ καημένη;
το δικό μου θάνατο εξοστρακίζοντας,
τη δική σου τη ζωή επέλεγες
μα δες τη τώρα την αντίφαση,
που εσύ οδεύεις προς το θάνατο
εγώ με τη ζωή ν` αναμετριέμαι!
Και πες μου
τι είναι πιότερο ακατόρθωτο;
γιατί εγώ τώρα είναι που ξεμαθαίνω
συνειδητά επιλέγοντας,
τι μου ταιριάζει για καλύτερο:
από το θάνατο διαλέγω τη ζωή
κι από ουράνιες υποσχέσεις πια
τα γήινα,
από το άχρονο διαλέγω
το αμείλικτο παρόν
κι από το τρέξιμο
μου πάει το φρενάρω.
Από το μεγαλώνω,
πιότερο το μικραίνω
κι από το τραυματίζομαι
μου κάνει το επουλώνω.
Σύρε και πες στη παραμάνα μου,
πως απ` όλα το πιο δύσκολο
είναι η ματιά της
τούτη η βαθιά, η πιο βαθιά της
που στρέφει μέσα μου τα όμματα,
αποστερώντας τα από Άλλους.
Τώρα το πιο ακατόρθωτο
είναι που κατορθώνεται:
όχι επί ξυρού ακμής να ισορροπώ
μα να διαλέγω,
πότε με τ` αριστερό
και πότε με το δεξί
ημισφαίριο να πορεύομαι.
Στους χαλεπούς μας τους καιρούς
δύσκολο να διαλέγεις…
Κι εγώ το ξέρεις ήδη διάλεξα:
επαγγέλλομαι γυναίκα.